Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΝΑ'ΣΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ....



ΤΟ ΝΑ’ΣΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ, ΣΗΜΑΙΝΕΙ…..
Το να είσαι Έλληνας σημαίνει
απ’ της γέννησής σου την στιγμή,
ως δόξα και τιμή,
μια ευθύνη μεγάλη
να σε περιμένει
στους ώμους να την επωμισθείς.
Κι όσο κι αν σε βαραίνει
εσύ ακούραστα να την κουβαλάς
κρατώντας ψηλά το κεφάλι
ως την στερνή σου πνοή.

Το να είσαι Έλληνας σημαίνει
ταξιδευτής πως είσαι του ονείρου
και όσο προχωράς
προς τα άδυτα του απείρου,
απ’ τα μάτια σου αστέρια να ξεχειλίζουν
φως να πίνει η ψυχή σου και να μην χορταίνει..
Στην γη που περπατάς
του Ομήρου να κρατάς την λύρα
και τα χείλη σου, απ’ της θάλασσας νοτισμένα την αλμύρα
και απ’ του Αττικού μελιού την ευωδιά να μυρίζουν
τα έπη της Οδύσσειας απαλά να ψιθυρίζουν
τόσο απαλά που ολάκερη Οικουμένη
σιωπώντας, ν’ ακούσει και να καταλαβαίνει
Έλληνας τί σημαίνει…..  

Κι αν έτσι σου γράφει η μοίρα
ο άνεμος αλλού για αλλού να σε πηγαίνει,
όπου κι αν συναντάς σκοτάδια βουερά
οι βόγγοι τους δεν σε πισωγυρίζουν.
 «Όρτσα καρδιά» φωνάζεις δυνατά,
και με το χέρι σου να κραδαίνει
του φωτός το σπαθί,
δίνεις μια,
κομμάτια τα ξεσχίζεις
για να μην σ’ εμποδίζουν
και χαμογελώντας τα διασχίζεις
ώσπου να βγεις σε οδό φωτεινή…

Το να ’σαι Έλληνας σημαίνει
σε όλη σου την ζωή,
όπου κι αν ο δρόμος σε φέρνει  
πάντα να στρέφεις την ματιά
τον «Ήλιο» ν’ ατενίζεις στον ουρανό.
Και το γαλάζιο της καρδιάς 
ν’ ανοίγεις παραθύρι.
Και με οραματισμό ηρωικό
μες του νου σου το εργαστήρι
την φλόγα του σε φως μαγικό
να την μετουσιώσεις
στον βίο σου τον καθημερινό,
το «πριν και το τώρα» να ζευγαρώσεις
σ’ ένα και το αυτό.
Και ύστερα στην ζυγαριά της ψυχής
τα αντίθετα να κατορθώσεις
αρμονικά να τα εξισορροπείς.

Κι όσο περιπλανιέσαι στη γης,
απ’ όπου κι αν περάσεις,
 χρέος, το φως του πολιτισμού σου να μεταδώσεις,
χρέος, Άξιος των προγόνων να φανείς
κι από τους άθλους τους εμπνεόμενος
καθήκον να τους ξεπεράσεις.
Και σ’ εκείνων την ρήση πειθόμενος,
όταν κι όπου η πατρίδα σε καλεί 
την εντολή ακέραια να εκπληρώσεις.   
Και με ακαταμάχητη δύναμη μαγική
συνεχώς ορμώμενος,
την τελευταία ρανίδα του αίματος να δώσεις
η ιστορική της πολυδάκρυτη διαδρομή
ένδοξη στον αιώνα τον άπαντα να συνεχισθεί…

Το να ’σαι Έλληνας σημαίνει
με θάρρος και πυγμή
ως λιόντας ν’ αντιστέκεσαι στην Ειμαρμένη
αδιαλείπτως και συνεχώς.
Κι όταν έλθει ώρα να φύγεις απ’ την ζωή,
τραγουδώντας να οδεύεις προς την κάτω γη.
Κι ο Θεός κοιτώντας σε, τότε σου γνέφει
το «έχει καλώς»
και ως μαγνήτης σε σέρνει
ψηλά στα νέφη,
στο μέγα χοροστάσι Του να ’χεις συμμετοχή..
ΙΟΥΛΙΑ ΚΟΡΜΕΝΤΖΑ

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΝ ΑΤΑΞΙΑ ΣΤΡΟΒΙΛΙΖΕΤΑΙ



OΣΟ ΚΙ ΑΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΝ ΑΤΑΞΙΑ ΣΤΡΟΒΙΛΕΤΑΙ

Των αξιών η φιλοσοφία
από καιρό πλέον δεν υπολογίζεται
και ο αμοραλισμός
στην σύγχρονη κοινωνία
σαν καραμέλα πιπιλίζεται.
Μα όσο κι αν ο κόσμος εν αταξία
στροβιλίζεται
γύρω από τον άξονα του μηδενός,
η Ζωή δεν κλονίζεται.
Οργώνει και σπέρνει το φως
και μ’ εκείνους που η ψυχή τους φλογίζεται
από τον πόθο για μια «ιδανική πολιτεία»,
τον ευθύ δρόμο της συνεχίζει εμπρός.
Και ως παιδαγωγός
βοηθώντας τους πώς ν’ αναμερίζουν
τα όσα τους εμποδίζουν,
αυτοί με φαντασία γόνιμη
που σ’ έμπνευση έργου αντισταθμίζεται,
Αργοναύτες ξεκινούν
πιότερο τολμηροί
παρά φρόνιμοι
τα σύνορα του κόσμου να διαβούν
κι ως το βασίλειο των νεφελών ν’ ανυψωθούν.
Κι εκεί ελπίζουν
πως κάπου μες τις νεφέλες θ’ αξιωθούν
τον Απρόσιτο να δουν
και μαζί του αν συνομιλήσουν
το μυστικό θα γνωρίσουν
με αξιών πρωτεία,
την ιδανική πολιτεία πώς θα ιδρύσουν.  
Κι όταν εκεί στα ύψη δεν τον βρουν
με νέα ρότα το ταξίδι τους τότε αρχίζουν
από θάλασσα σε θάλασσα γύρω από την γη.
Και από πολιτεία σε πολιτεία
ώσπου να φθάσουν στην Κολχίδα την μυθική,
απ’ όπου περνούν,
με την πιο περιπετειώδη εμπειρία
να ζήσουν λαχταρούν
αυτό που νοιώθει ο κατακτητής,
του «ιδανικού» ο εξερευνητής,
ο καλλιτέχνης, ο επιστήμονας, ο σοφός,
ένας άγιος ή ένας άνθρωπος απλός
μα ευσεβής.
Κι ύστερα, στο Ποιητικό έργο του Παντός           
γενόμενοι διερμηνείς,
το εγκώμιο συνθέτουν της Μεγαλόδωρης Ζωής. 



















Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ



Η ταυτότητα εμού του Ανθρώπου

Γραμμένη από το χέρι του «Ένα»
ιδού η ταυτότητά μου
εμού του αγνώστου «Κανένα»
που μες την συμπαντική ολότητα
την δική μου ορίζει την οντότητα!
Πεσμένος Άγγελος, το κύριο όνομά μου.
Άνθρωπος, το παράνομά μου. 
Γεννήτορες, Ύλη και Πνεύμα.
Πατρίδα μου, ο απέραντος Ουρανός
Τόπος κατοικίας μου, η Γη
Σπίτι μου, ο αιθέρας ο γαλανός.
Θεμέλιό του, των Ωκεανών ο βυθός.
Στέγη του, ο Θεός.
Τοίχοι του, των Γαλαξιών η αστροφεγγιά.
Κόσμηση τους, συννεφάκια λευκά
που φεύγουν κι έρχονται ως πουλιά
μεταναστευτικά.
Δοκάρια, τα όνειρά μου.
Πόρτα του, ο Ήλιος με χρυσαφένιο χρώμα.
Παραθύρι, το Φεγγάρι το ασημί.
Κρεβάτι μου, το χώμα.
Λύρα μου, η γλώσσα με της ψυχής την φωνή
του σύμπαντος κόσμου ν’ ανυμνεί
τα μύρια θάματα τα τόσα.
.
Κι ω, του Ανθρώπου εμού,
η Ζωή, τα φτερά μου
κι ο θάνατος, η αχώριστη σκιά μου!
Όμως, στην ζήση μου εδώ στην Γη,
με αρχοντιά του νου
χρέος μου, υπηρέτης να ’μαι του καλού και αγαθού!
Και την κατοίκηση για να χαίρομαι του «σπιτιού»
το κορμί μου οφείλει να ’ναι ο περικαλλής ναός
όπου δεν θα μπαίνει κανείς εντός
αν μαζί του με συνείδησης αρετή
την πράξη δεν φέρει την καλή.
Τα μάτια μου, συλλέκτης φωτός
και αντιφεγγίσματος πομπός.
Πυροστιά, με άσβηστη φλόγα η καρδιά μου
μεγάλες σπίθες να πετάει.
 Κι όσο ανυψώνεται κι απλώνεται και πάει
η ζεστασιά της φωτιάς μου
αγάπη στους γύρω της να σκορπάει.

ΕΥΧΟΜΑΙ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΑΜΠΛΟΥΤΟΙ ΑΠΟ ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΠΑΜΠΤΩΧΟΙ ΑΠΟ ΘΛΙΨΗ ΚΑΙ ΠΟΝΟ.

ΚΑΛΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ

ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΕΡΓΟ



Το πιο δύσκολο έργο

Με νου από αγνότητα γιομάτο,
στον ύπνο μας, ύπνο αθώου παιδιού
τί όμορφο που ήτανε το όνειρο το πρωτάτο
για το ξεκίνημα του ταξιδιού
σ’ έναν κόσμο του ωραίου και του αγαθού!
Και μες τ’ όνειρο πως φάνταζε πως γη
λουλουδιασμένος θα είναι κάμπος!
Κι εμείς πότε καβαλάρηδες στην διαδρομή
διαβαίνοντάς τον με χαρά παιχνιδιού,
πότε ως αετοί
σάμπως
απ’ τα χαμηλά πετούσαμε τα «κάτω»
και ως τα ύψη ανεβαίναμε του ουρανού!
Ω, απ’ του ονείρου το θάμπος
με νου χορτάτο,
πόσο ήταν ο «ύπνος» μας γαληνός!
Μα όταν «ξημέρωσε»,
ως άστρο είδαμε τότε φλογάτο
το όνειρο μας πως γοργοπέρασε
κι ως καπνός στον αέρα ενώ έσβησε
πίσω μας άφησε το μαντάτο…
πως στην στράτα καθενός,
είτε με του ήλιου την φωτιά
είτε με το χλωμό φως απ’ το φεγγάρι
οδεύοντας πάνω στην γη,
με τα όσα βούλεται ο θεός
και με τα όσα ποθεί
του ανθρώπου η καρδιά,
της μοίρας του ξετυλίγεται το κουβάρι
με το πιο δύσκολο έργο στην διαδρομή.
Χωρίς ονειροφαντασίας παιχνίδια πια,
ο καθένας παλικαρίσια στην γη περπατώντας
με την καρδιά να τραβάει μπροστά,
αλλά ρίχνοντας τα μούτρα κάτω,
άλλοτε κλαίγοντας άλλοτε γελώντας
με της ψυχής του το δυναμικό,
τους μύλους του μυαλού να γυρνά
και για το όνειρο το πρωτάτο
ακάματος να στρωθεί στην δουλειά  
ώσπου από στοιχειό πλασμένο με χώμα και νερό
σε πνεύμα η οντότητα του να μεταλλαχθεί
και η μέσα του πυρκαγιά  
με φλόγα ιερή
Φως να γίνει!
Και αυτό το φως ν’ ανεβαίνει ορθό
στην πιο ψηλή ουρανό-κορφή
και τίποτε να μην το σβήνει.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΟΥ «Η ΟΝΤΟΤΗΤΑ ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ»