Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

…..Έστω και μια στάλα…

Ως «ξένος» ήλθες στη ζωή μου
στον δρόμο του ενός να βαδίσεις μαζί μου.
Θάρρεψα, συνοδοιπόρος πως θα ’σουν καλός,
σαν ηλιόφωτος ουρανός
και σαν ομογάλακτη σ’ αγάπησα ψυχή.
Μα λες κι ήσουν γέννημα καταστροφής
και στη ζωή μου σαν την κακιά έπεσες βροχή.
Κείνη τη βροχή που δεν την περιμένει κανείς
και τη φοβάται, την τρέμει ο κόσμος τη γης
γιατί σαπίζει των χωραφιών τις σπορές.

Κι ω, για ζωής ονειρεμένες χαρές
στα τόσα ταξίματα, όρκους κι υποσχέσεις πολλές
που ’δωσες ώσπου να γίνεις ο σύντροφός μου,
όταν εσκεμμένες αποδείχτηκαν όλα ψευτιές
σαν λούλουδα μαραμένα,
χιλιάδες φιλιά φαρμακωμένα,
έχει τόσο παράπονο συσσωρευτεί εντός μου
που θα χρειαζόμουν αλήθεια δυο ζωές
και στα χέρια μια πελώρια κουτάλα - βοηθός μου-
να τ’ αδειάσω απ’ της καρδιάς τις δεξαμενές.

Όμως πιστή σε ζωής προδιαγραφές
«ουκ αν συνέχθειν αλλά μάλλον φιλείν»
θέλω να ξέρεις πως άνθρωπο επί γης
δεν έχω μισήσει ως τώρα κανένα.
Ούτε ακόμη κι εσένα
που ως «ξένος» ενώ ήλθες στη ζωή μου
κι αγαπήθηκες τόσο άδολα και πολύ,
εσύ έπαιξες πονηρά μαζί μου!
Ω, μη ξαφνίζεσαι, μην απορείς!
Άκου τί σου λέει της ψυχής μου το στόμα:
-Ως του μίσους τη σκάλα
για να φθάσει κανείς
πρέπει ν’ αγαπάει ακόμα…
ν’ αγαπά έστω και μια στάλα….

Κυριακή 24 Ιουλίου 2011

Επέστρεψε Μεγάλη Μητέρα


Εσύ, η πρωτόπλαστη Γυναίκα σαν ευλογήθηκες
ως η Μεγάλη Μητέρα, ουράνιας ζωής μελίρρυτη πηγή
όμοιο Άστρο έλαμπες της Αυγής
Κι απ’ αρχέγονους χρόνους ποικιλοτρόπως τιμήθηκες
για την φύση σου την θηλυκή.
Και γεννήτρα τ’ Ανθρώπου επί γης,
σαν την Άρτεμη Ελεύθερη περπατούσες
Σαν την Αθηνά με σοφία στα Συμβούλια μιλούσες,
όπου ο λόγος σου ακουγόταν και μετρούσε πολύ
κάθε φορά που ζωής «αταξία»
σε τάξη ανακαλούσες
Εσύ, π’ ανάτρεφες τα παιδιά σου τρυφερά μες την Εστία
για έργα προετοιμάζοντάς τα σπουδαία
αλλά και στρατεύματα σε μάχες διοικούσες.
Στο πλευρό του άνδρα πολεμούσες γενναία
και παράλληλα για τραυματίες μεριμνούσες»

Ω, πού να το φανταζόσουν
πως τα πράγματα θα ’παιρναν με τον καιρό, άλλη τροπή!
Κι από κει που ως Θεά λατρευόσουν
κι η Θηλυκή σου Αρχή έχαιρε σεβασμού και τιμής,
τόσο βάναυσα θα εκθρονιζόσουν
απ’ τους αρσενικούς σου απογόνους!
Κι από τότε όπως χαράχθηκε
στον μεγάλο δρόμο της ζωής
η μετέπειτα των θυγατέρων σου διαδρομή,
η κάθε μια διατάχθηκε
μ’ εντολές από απάνθρωπους νόμους
δυσβάστακτο να σηκώνει φορτίο
αγόγγυστα και σιωπηλά πάνω στους ώμους
την φύση της την θηλυκή
που σαν «αμάρτημα» το κουβαλά, κατάρα δαιμονική,
απ’ τη γέννησή της ως το κατώφλι της θανής.

Λες κι απ’ τον «Αδάμ» τελικά νικήθηκε ο Θεός
κι ο Λόγος του Κόσμου πια έγινε μόνον ο λόγος του ο δικός.
Κι εσένα Μεγάλη Μητέρα «εν ριπή οφθαλμού» σ’ εξαφάνισε
στην ανυπαρξία του μηδενός.
Και της βασιλείας του ο Αιώνας σαν άρχισε,
ω, πόσο ανεξέλεγκτα πλέον κυριάρχησε
στης ζωής τον δρόμο!
Και πότε για αλήθειες κι ιδανικά, πότε για αρχές κι αξίες
στ’ όνομα των Ανθρώπων, όπως λάλησε
-και συνεχίζει ακόμα να μιλά είτε μες απ’ τον Νόμο,
είτε μες απ’ τα βιβλία, ή μες στον Ναό ή πάνω στο Βήμα-
των φωνών του ο βρυχηθμός,
ω, ένας κυκεώνας μ’ αξιοθρήνητες βλακείες
πώς αντηχεί ως σήμερα εκκωφαντικός!

Ω, πόσο αγνή ψυχή και πόσο άδολο είχες νου
που την σκευωρία σε βάρος σου δεν ψυλλιάστηκες
όταν στα γλυκόλογα γητεύτηκες του Πονηρού
και στην καλοστημένη παγίδα του πιάστηκες!....
Στο «ου» της εντολής, συνέπειες δεν στοχάστηκες
κι η τόλμη σου ανυπακοής απέβη για σε μοιραία.
Κι από κείνη την εποχή, την αρχαία,
τα πρόσκαιρα βιώνοντας και τα εφήμερα
της τόλμης σου εξαργύρωσες το τίμημα
δεχόμενη τον περίγελο του Κόσμου ως σήμερα.

Μ’ απ’ τους κάμπους της «σκοτεινιάς και της ταπείνωσης»
όπου σ’ απομόνωσαν οι Αιώνες να κατοικείς,
επέστρεψε Μεγάλη Μητέρα στο προσκήνιο πάλι της Ζωής.
Με το «αξόδευτο» της Αγάπης σου χάδι
την ανήμερη να μερώσεις ψυχή του Άνδρα-παιδί.
Σαν Ήλιος λάμψε, σαν άστρο μιας καινούργιας Αυγής
να διαλύσεις το συσσωρευμένο πάνω στη γη σκοτάδι
η ωραιότητα για ν’ αποκαλυφθεί της φύσης σου της θηλυκής.
Κι ανυψώνοντας την κορμοστασιά σου την μεγαλοπρεπή
τα μάγια να καταλύσεις, Ιέρεια θεϊκής εντολής,
απ’ την κατάρα που ’πεσε πάνω στις κόρες σου την δαιμονική.
Και τότε στάσου στο μέσο της Κοσμικής Αυλής
και μίλησε…. μίλησε με της καρδιάς την φωνή.
Κι αν ο Λόγος σου, ο γλυκόλαλα μητρικός, εισακουσθεί,
ίσως κι η «αταξία και η σύγχυση» που στον Κόσμο επικρατεί
με την ορμήνια σου μέρα την μέρα σε «τάξη» αποκατασταθεί.

Απ' την ανέκδοτη ποιητική συλλογή μου "Γυναίκα, ζωής ανθοπηγή"